Τρίτη 18 Μαΐου 2010

Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑ

 
Άρθρο του Στρατή Παπαμανουσάκη



Μετά τη σφοδρή επίθεση στην οικονομία και στην κοινωνία, η κυβέρνηση εκτελώντας τις αποφάσεις των νέων επικυριάρχων της χώρας, φαίνεται αποφασισμένη να ανατρέψει και το αστικό πνευματικό εποικοδόμημα της δικαιοσύνης, κτυπώντας το πιο αντιστασιακό μέρος της, τη δικηγορία.

Υπό τον απατηλό τίτλο της απελευθέρωσης των «κλειστών επαγγελμάτων» προωθούνται σημαντικές ρυθμίσεις, που θα μετατρέψουν τη δικαιοσύνη σε άβουλη, υπάκουη, και σιωπηλή θεραπαινίδα της οικονομικής εξουσίας. Επιβολή ΦΠΑ στις δικηγορικές αμοιβές, κατάργηση της τοπικής αρμοδιότητας των δικηγόρων, κατάργηση του ελαχίστου ορίου δικηγορικών αμοιβών αποτελούν το τρίπτυχο, που οδηγεί ευθέως στην κατάργηση της ανεξάρτητης δικηγορίας, στην αποτροπή της ολιγοδάπανης πρόσβασης των λαϊκών στρωμάτων στη δικαιοσύνη, και κυρίως στη διάλυση των Δικηγορικών Συλλόγων.

Είναι γνωστή η σημασία και ο ρόλος των δικηγόρων και των Δικηγορικών Συλλόγων στην ιστορική εξέλιξη της δικαιοσύνης και την εγκαθίδρυση του δημοκρατικού καθεστώτος παγκοσμίως και ιδιαίτερα στην Ελλάδα, αλλά και μετέπειτα στη διαμόρφωση της νομικής ιδεολογίας και στην προσπάθεια μετασχηματισμού της πολιτικοκοινωνικής δομής και την επεξεργασία μιας εναλλακτικής νομικής θεώρησης της κοινωνίας. Η διαδικασία αυτή προϋποθέτει κατ’ αρχήν την προσωπική ανεξαρτησία του δικηγόρου, ως δημοσίου λειτουργού και ως ενός ανθρώπου «πάρα πολύ υπερήφανου για να έχει προστάτες, πολύ συνοφρυωμένου για να έχει προστατευόμενους, χωρίς δούλους και χωρίς αφεντικά, με άμεμπτη αξιοπρέπεια», κατά τον περίφημο ορισμό του Ντεπανσέ. Και προϋποθέτει επίσης την ύπαρξη των Δικηγορικών Συλλόγων ως εφόρων και φρουρών των φιλελευθέρων παραδόσεων του δικηγορικού σώματος, ως εγγυητών του κράτους δικαίου και της ομαλής λειτουργίας της δικαιοσύνης, της οποίας οι δικηγόροι αποτελούν συμπράττοντες λειτουργούς, και ως αρμόδιων να αποφαίνονται «επί παντός γενικωτέρου ζητήματος εθνικού ή κοινωνικού περιεχομένου», σύμφωνα με τη θεμελιώδη διάταξη του άρθρου 199 του ελληνικού Δικηγορικού Κώδικα.

Ήδη όμως τα μέτρα κατά των δικηγόρων στοχεύουν στη δημιουργία και κατοχύρωση ενός νέου μοντέλου δικηγορίας μέσω απρόσωπων, ασύδοτων και επιχειρηματικών δικηγορικών εταιρειών, χωρίς τοπικά εμπόδια, που θα λειτουργούν με τους κανόνες της αγοράς, της διαφήμισης, του ανταγωνισμού και της εκμετάλλευσης του δικηγορικού προλεταριάτου, με ότι αυτό συνεπάγεται, εξοβελίζοντας τον δημόσιο, προσωπικό και ανεξάρτητο χαρακτήρα του αυτοαπασχολούμενου δικηγόρου. Και στοχεύουν κυρίως, μέσω της κατάργησης της ελάχιστης προεισπραττόμενης δικηγορικής αμοιβής από τους Δικηγορικούς Συλλόγους, στην ουσιαστική κατάργηση του κοινωνικού μέτρου ενίσχυσης, δια των διανομών, των νέων κυρίως δικηγόρων, την αποδυνάμωση των Δικηγορικών Συλλόγων και την εξαφάνιση κάθε οργανωμένης αντίδρασης στο χώρο της δικαιοσύνης κατά των σχεδιαζόμενων γενικότερων σχεδίων χειραγώγησης της δικαιοσύνης από την οικονομία.

Έτσι η απονομή της δικαιοσύνης μετατρέπεται από κρατική λειτουργία, δημοκρατική εξουσία και εγγύηση των λαϊκών ελευθεριών σε εμπορική διαμεσολάβηση, ιδιωτική υπόθεση και μηχανισμό άντλησης υπεραξίας. Η αγορά τίθεται πάνω από τον άνθρωπο, το ιδιωτικό εξαφανίζει το δημόσιο, το δικαίωμα του επιχειρείν υπερισχύει και εξαφανίζει κάθε άλλο δικαίωμα. Είναι καιρός ολόκληρος ο δικηγορικός κόσμος να διακηρύξει και να επιβάλλει την αρχή ότι η Δικαιοσύνη δεν είναι εμπόρευμα.